Συκοφάγος (Oriolus oriolus)

Ο συκοφάγος είναι πτηνό της οικογενείας των Οριολιδών (Χλωριονιδών), που απαντάται στον ελλαδικό χώρο.
Ονοματολογία
Για τη λατινική ονομασία του γένους oriolus, υπάρχουν δύο εκδοχές προέλευσης: σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, πιθανόν να προέρχεται από την επίσης λατινική λέξη auriolus (auriolus, auriola, auriolum), με αντικατάσταση του προθήματος au-από το o-. Η λέξη auriolus σημαίνει «χρυσός», «φτιαγμένος από χρυσό», ή «χρυσόχρωμος», -αλλά και «όμορφος», «μεγαλοπρεπής»- με αναφορά στο χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα του αρσενικού.
Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, η λέξη έχει καθαρά «ηχητικές» ρίζες και, προέρχεται από το χαρακτηριστικό κάλεσμα του πτηνού που μοιάζει με τη λέξη or-i-ole. Πιθανολογείται ότι αυτό προτάθηκε από τον θεολόγο, φιλόσοφο και φυσιοδίφη Αλβέρτο τον Μεγάλο (Albertus Magnus), γύρω στο 1250.
Η ελληνική του ονομασία οφείλεται -λανθασμένα- στη συνήθειά του να τρέφεται με σύκα, κάτι που γίνεται μόνο σε περιοχές όπου υπάρχουν τα συγκεκριμένα δένδρα, ενώ δεν αποτελούν το κύριο μέρος της διατροφής του.
Μεταναστευτική συμπεριφορά
Ο συκοφάγος είναι πλήρως μεταναστευτικό πτηνό, εκτός από την περίπτωση του ινδικού υποείδους που είναι σε μεγάλο ποσοστό επιδημητικό και, προτιμάει την τοπική μετακίνηση εντός των ορίων επικρατείας του. Στην κεντρική Ευρώπη, είναι ένα πουλί αναπαραγωγής των πεδινών περιοχών και συνήθως λείπει από τις χαμηλές οροσειρές, και σε μεγάλο βαθμό από τις Άλπεις. Σπάνια απαντάται πάνω από τα 600 μέτρα, με το υψηλότερο ρεκόρ αναπαραγωγής να βρίσκεται στην Ελβετία στα 1.160 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και στη Βάδη-Βυρτεμβέργη, όπου φωλιές βρέθηκαν στα 730 μέτρα. Στην Ελλάδα ο συκοφάγος -όπως σε όλη την Ευρώπη- έρχεται για να φωλιάσει το καλοκαίρι, κυρίως στη βόρεια χώρα, αλλά απαντώνται και διαβατικά άτομα κατά τις μεταναστεύσεις.
Βιότοπος
Οι συκοφάγοι απαντώνται σε ένα ευρύ φάσμα ενδιαιτημάτων. Στη δυτική Ευρώπη προτιμούν ανοιχτά δάση πλατύφυλλων και φυτείες, λόχμες, παραποτάμια ή βαλτώδη αλλουβιακά δάση, οπωρώνες, μεγάλους κήπους. Στην ανατολική Ευρώπη μπορεί να μένουν περισσότερο στα δάση, μικτά ή κωνοφόρων, ενώ αποφεύγουν συνήθως γυμνούς από δένδρα οικοτόπους, π.χ. χωράφια και λιβάδια, αν και αναζητούν εκεί την τροφή τους. Στα μέρη διαχείμασης απαντώνται σε ημι-άνυδρες ή λίγο υγρές δασικές εκτάσεις, σε ψηλά και παραποτάμια δάση, στη σαβάνα, ή εκτάσεις με συνδυασμό δάσους και σαβάνας, ελαιώνες, αμπελώνες και οάσεις.
Στην Ελλάδα, απαντώνται σε δάση φυλλοβόλων και κωνοφόρων, περιοχές με διάσπαρτα δένδρα, άλση και αλσύλλια.
Τροφή
Ο συκοφάγος τρέφεται τόσο με φυτική όσο κα με ζωική ύλη και, συγκεκριμένα, με έντομα (κυρίως κάμπιες και πεταλούδες) και ζαχαρούχα, γλυκά φρούτα, όπως κεράσια και διάφορα σωροκάρπια (berries). Βέβαια, όταν υπάρχουν στη διάθεσή του, καταναλώνει και σύκα αλλά στο μεγαλύτερο μέρος της επικρατείας του στην Ευρώπη, δεν υπάρχει ο συγκεκριμένος καρπός, οπότε η ονομασία του δεν ανταποκρίνεται απόλυτα στις διατροφικές του συνήθειες. Την τροφή τους αναζητούν στα φυλλώματα των δένδρων και, πολύ σπάνια, στο έδαφος.
Κατάσταση πληθυσμού
Το είδος δεν φαίνεται να κινδυνεύει από κάποια συγκεκριμένη απειλή, γι’αυτό η IUCN έχει χαρακτηρίσει το είδος ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC)
Πληροφορίες -Πηγές:
http://www.iucnredlist.org/details/103692938/0 [20/4/2017]
Φωτογραφία: Παναγιώτης Σφυρής