Σταχτοτσικνιάς (Αrdea cinerea) -Grey heron

Ο Σταχτοτσικνιάς είναι ένα παρυδάτιο είδος το οποίο συναντάται στον Ελλαδικό χώρο. Είναι ένας από τους κοινούς ερωδιούς των υγροτόπων μας.
Η λατινική επιστημονική ονομασία του είδους cinerea σημαίνει «ο έχων το χρώμα της στάχτης», και παραπέμπει στο χρώμα του πτερώματος του πτηνού. Το ίδιο συμβαίνει και με την ελληνική ονομασία (σταχτοτσικνιάς) αλλά και με την αγγλική (Grey heron) οι οποίες υποδηλώνουν το χρώμα του πτερώματος.
Βιότοπος: Το είδος συναντάμε σε εκβολές ποταμών, αλμυρόβαλτους, λασπώδεις ή αμμώδεις ακτές, υγροτοπάκια ή μεγάλους υγρότοπους, αλυκές, ταμιευτήρες ή ρέματα με καλάμια κτλ.
Τροφή: Η διατροφή του σταχτοτσικνιά αποτελείται από ψάρια καθώς και από αμφίβια, καβούρια και άλλα καρκινοειδή, μαλάκια, υδρόβια έντομα, φίδια, μικρά τρωκτικά και μικρά πουλιά. Σπανιότερα συμπεριλαμβάνεται και φυτική ύλη (αν και αυτό μπορεί να είναι τυχαίο, ή μόνο να βοηθά στο σχηματισμό άπεπτων σφαιριδίων). Ο τρόπος σύλληψης της τροφής είναι ο συνηθισμένος των ερωδιών δηλαδή παραμένουν εντελώς ακίνητοι σε ένα σημείο στο νερό (που πιθανά υπάρχει λεία) και την κατάλληλη στιγμή με μια αιφνιδιαστική γρήγορη κίνηση καμακώνουν την τροφή τους με το μυτερό ράμφος τους. Αν η λεία είναι μεγάλου μεγέθους τότε μεταφέρεται έξω από το νερό για κατανάλωση.
Είναι ένα σκληροτράχηλο είδος το οποίο αντέχει το κρύο αλλά και τον πάγο.
Κατάσταση πληθυσμού και απειλές: Η IUCN χαρακτηρίζει το είδος ως Ελάχιστης Σημασίας (LC).
Παρόλα αυτά στην Ευρώπη το είδος διώχθηκε έντονα τον 19ο αιώνα λόγω της κατανάλωσης ψαριών, η οποία οδήγησε σε ανταγωνισμό με τους αλιείς και τους ιχθυοκαλλιεργητές (Kushlan and Hancock 2005). Το είδος είναι ευάλωτο στη Μαδαγασκάρη εξαιτίας της περιορισμένης έκτασης των ενδιαιτημάτων του, που είχε σαν αποτέλεσμα η εξαιρετικά υψηλή μεταβολή των οικοτόπων (από την αύξηση της ανάγκης για γεωργική γη, για ρύζι και βόσκηση) (Kushlan και Hafner 2000, Hafner και Kushlan 2002). Η συγκομιδή ξύλου αποτελεί απειλή σε όλη την έκταση του είδους, ειδικά αυτά που υλοτομούνται και είναι κοντά στους οικότοπους που χρησιμοποιεί με αποτέλεσμα να μειώνονται οι θέσεις φωλεοποίησης. Το είδος είναι επίσης ευαίσθητο στη γρίπη των πτηνών (Melville and Shortridge 2006) και στην αλλαντίαση των ορνίθων (van Heerden 1974), έτσι μπορεί να απειληθεί από μελλοντικά κρούσματα αυτών των ασθενειών.
Πηγές -Πληροφορίες:
14/11/2017 http://www.iucnredlist.org/details/22696993/0
Τα Πουλιά της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ευρώπης, 2η έκδοση, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, ISBN 978-960-6861-33-8, σελ:84
Φωτογραφία: Ιωάννης Γκαλιούρης