Το σύκο και ο “συκοφάντης”

Η σημασία του σύκου στην αρχαία Ελλάδα
Τα σύκα (Ficus carica) ήταν υπερ -πολύτιμα για τους αρχαίους Έλληνες καθώς ήταν ένα από τα πιο σημαντικά γλυκίσματα τους, μαζί με το μέλι (δεν είχαν ζάχαρη και άλλα γλυκαντικά). Για την προστασία από κλοπές είχαν ισχυρές ποινές, ενώ πιθανότατα αυτοί που εντόπιζαν και φανέρωναν τους κλέφτες των σύκων ονομάζονταν “συκο -φάντες”. Σταδιακά οι “συκο -φάντες” άρχισαν να καταδίδουν, για εκδίκιση, άτομα που δεν είχαν κάνει κλοπή. Έτσι έφτασε η λέξη “συκοφάντης” να είναι για αυτούς που κατηγορούν ψευδώς και εσκεμμένα κάποιον άλλο.
Πως προήλθε η φράση “συκοφάντης”
Οι ερμηνείες για το πως προήλθε η λέξη είναι πολλές. Είναι προφανές ότι η λέξη συκοφάντης προέρχεται από το σύκο και το ρήμα φαίνω, φανερώνω. Απορία για την προέλευση της λέξης είχαν εκφράσει ήδη οι αρχαίοι και ο Ζηνόδωρος, γραμματικός του 2ου αιώνα π.Χ. Ήταν ο πρώτος που βρέθηκε σε ετυμολογικό δίλημμα και προτίμησε να παραθέσει δύο εκδοχές αν και φαίνεται να προτιμάει την πρώτη: σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή του Ζηνόδωρου, επειδή οι Αθηναίοι αγαπούσαν πολύ τα σύκα, υπήρχαν αρκετοί που πήγαιναν στους αγρούς και έβλεπαν αν ωρίμασαν τα σύκα όποιος έφερνε πρώτος την είδηση ότι τα σύκα της χρονιάς είχαν ωριμάσει, αυτός ονομαζόταν αρχικά συκοσκόπος και αργότερα συκοφάντης, και από εκεί μεταφορικά επεκλήθη συκοφάντης όποιος έχωνε τη μύτη του στην ιδιωτική ζωή των άλλων, όπως πριν ανασκάλευε τα κλαδιά της συκιάς για να δει αν ωρίμασε ο καρπός.
Η δεύτερη εκδοχή του Ζηνόδωρου είναι από τις ποιο γνωστές. Κάποτε είχε πέσει λιμός στην Αθήνα και ο δήμος ενέκρινε ψήφισμα που απαγόρευε την εξαγωγή σύκων, όποιοι κατάγγελλαν άλλους ψευδώς ότι εξάγουν σύκα, ονομάστηκαν συκοφάντες “Οἱ δ λέγουσιν ὅτι λιμοῦ γενομένου ἐν Ἀθήναις ψήφισμα ἐγένετο μη ἐκφέρειν σῦκα· ἐπιτηροῦντες οὖν τινὲς ἐκφέροντα σῦκα διέβαλλον, καὶ παρὰ τὸ περὶ σύκων φάναι, συκοφάντης ὁ ψευδῶς περὶ σύκων φαίνων”. Τα ίδια, αλλά χωρίς λιμό, λέει ο Πλούταρχος μερικούς αιώνες αργότερα “κεκωλυμένου γαρ εκφέρειν τα σύκα μηνύοντες και φαίνοντες τους εξάγοντας εκλήθησαν συκοφάνται”. Τα ίδια και ο Αθήναιος, ο οποίος μάλιστα επιακλείται παλαιότερο (χαμένο σήμερα) σύγγραμμα τουΊστρου “Ίστρος δ εν τοις Αττικοίς ουδ’ εξάγεσθαι φήσι της Αττικής τας απ’ αυτών γινομάνας ισχάδας, ίνα μόνοι απολαύοιεν οι κατοικούντες και επεί πολλοί ενεφανίζοντο διακλέπτοντες, οι τούτους μηνύοντες τοις δικασταίς εκλήθησαν τότε πρώτον συκοφάνται”. Ωστόσο η εκδοχή αυτή προσκρούει στο ότι δεν έχει βρεθεί κανένα τέτοιο ψήφισμα σε αρχαίο κείμενο, ούτε έχει και πολύ νόημα η απαγόρευση αφού σύκα είχε όλη η Ελλάδα άφθονα.
Μια τρίτη εκδοχή, που σύμφωνα με το ελληνικό Liddell-Scott που τη διατύπωσε κάποιος Lancelot Shadwell, είναι ότι συκοφάντες αρχικά ονομάστηκαν εκείνοι που έσειαν τη συκιά για ν αφανερωθούν τα σύκα που ήταν κρυμμένα στα ψηλά κλαδιά και στο πυκνό φύλλωμα, και από εκεί, μεταφορικά, όποιος ανάγκαζε με απειλές τους πλούσιους να δίνουν χρήματα. Είναι γεγονός ότι στα αρχαία το σείω εμφανίζεται συχνά πλάι στο συκοφαντώ (π.χ. σε απόσπασμα του Αριστοφάνη) και μάλιστα ο Ησύχιος έχει λήμμα “σείσαι: συκοφαντήσαι”
Μια τέταρτη εκδοχή, που την αναφέρει ο Αθήναιος από τη Ρόδο συκοφάντες ονομάζονταν οι υπεύθυνοι για την είσπραξη των φόρων από τους πολίτες, που καταβάλλονταν σε είδος (σύκα, λάδι και κρασί) -και μάλιστα ότι διάλεγαν για τη δουλειά αυτή τους πιο αξιόπιστους πολίτες.
Μια πέμπτη εκδοχή, που την αναφέρει ο Νικόλαος Πολίτης στην εργασία του για τα υβριστικά σχήματα, αλλά και πολλοί άλλοι, βασίζεται στο υβριστικό σχήμα που οι Ιταλοί λένε far le fiche, με το χέρι σε σχήμα γροθιάς και τον αντίχειρα να προεξέχει ανάμεσα σε δείκτη και μέσο δάχτυλο. Υποθέτοντας ότι το σχήμα αυτό θα υπήρχε και στην αρχαιότητα και θα ονομάζονταν “σύκο” (όπως στα νέα ελληνικά δεν έχει αυτή την ονομασία), θεώρησαν ότι η αρχική σημασία του συκοφάντη θα ήταν αυτός που δείχνει το σύκο, δηλαδή κάνει αυτό το υβριστικό σχήμα.
Έκτη εκδοχή, αυτή που δέχεται το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη: συκοφάντες ονομάζονταν αυτοί που αποκάλυπταν όσους είχαν σύκα κρυμμένα στα ρούχα τους, δηλαδή μια ασήμαντη μικροκλοπή, και κατ’ επέκταση όσους κατέδιδαν ασήμαντες πράξεις και στη συνέχεια έκαναν ψευδείς καταγγελίες.
Έβδομη εκδοχή, που θα μπορούσε να είναι παραλλαγή της δεύτερης: στην Αθήνα υπήρχαν ιερές συκιές, π.χ. η ιερή συκιά των Φυταλίδων στο δρόμο προς Ελευσίνα (εκεί που είναι σήμερα ο Άγιος Σάββας, κοντά στο Σταθμό Ελαιώνας του μετρό). Συκοφάντες λοιπόν, ήταν όποιοι κατάγγελναν τους κλέφτες των σύκων από τις ιερές συκιές, όπως αναφέρει κάποιος μεταγενέστερος σχολιαστής του Αριστοφάνη.
Όγδοη εκδοχή είναι του Κ. Ρωμαίου από το Λεξικογραφικό Δελτίο της Ακαδημίας (τ.4, σελ: 129-136), ότι ο αρχικός συκοφάντης ήταν αυτός που, στα Ελευσίνια Μυστήρια, αποκάλυπτε το “σύκον” των θεών, βλέπει δηλαδή μια λατρευτική αρχή, με τον συκοφάντη να είναι περίπου συνώνυμος του ιεροφάντη και να τελεί μιμητική συνουσία. Να πούμε εδώ ότι ο Ρωμαίος θεωρεί ότι το σύκον έλεγαν οι αρχαίοι όχι ειδικά το γυναικείο μόριο αλλά τα αιδοία γενικώς και μάλιστα ότι το far le fiche συμβόλιζε τη συνουσία, με το ανδρικό σύκο να είναι ο αντίχειρας και ο δείκτης με το μέσο να συμβολίζουν το γεναικείο.
Η λέξη “συκοφάντης” στην ιστορία…
Η λέξη συκοφάντης εμφανίζεται πρώτη φορά στους Αχαρνείς του Αριστοφάνη, όπου μάλιστα υπάρχει και πρόσωπο της κωμωδίας “Συκοφάντης”, που εμφανίζεται στο μαγαζί που έχει στήσει ο Δικαιόπολης και θέλει να καταγγείλει τον Μεγαρίτη και να “γουρουνάκια” του ως εχθρούς της πόλης και που τον διώχνει κακήν κακώς ο Δικαιόπολης, παρόλο που ο Συκοφάντης ενίσταται “ου γαρ φανώ τους πολεμίους;” (να μη μαρτυρήσω τους εχθρούς;). Συκοφάντης λοιπόν, ο δημόσιος μηνυτής, αυτός που καταγγέλλει στους δικαστές παρανομίες άλλων όπως λαθρεμπόριο, φοροδιαφυγή, παράνομο πλουτισμό, και βέβαια αργότερα αυτός που εκβιάζει πλούσιους πολίτες για πραγματικά ή για ανύπαρκτα αδικήματα τους, που με αυτή τη σημασία βρίσκει άφθονες χρήσεις στην κλασική εποχή και που τελικά αυτή η αρνητική σημασία επικράτησε αν και, όπως φαίνεται στον Αριστοφάνη, από την αρχή είχε (και) αρνητική χροιά ο όρος. Τον συκοφάντη τον δανείζεται η λατινική γλώσσα, sycophanta, και από εκεί περνάει στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Όμως, στα αγγλικά η λέξη παθαίνει, από νωρίς μάλιστα, μια ενδιαφέρουσα σημασιολογική μεταβολή, κι έτσι η σημασία του συκοφάντη χάνεται και επικρατεί η σημασία του κόλακα, και μάλιστα του χαμερπή και δουλοπρεπή κόλακα, και αυτή είναι η σημαρινή σημασία της αγγλικής λέξης sycophant. Αλλά δεν είναι και ανεξήγητη η αλλαγή της σημασίας στα αγγλικά, που μάλιστα εμφανίζεται κιόλας από το 1575, αφού οι ισχυροί της εποχής περιστοιχίζονταν από διάφορα τσιράκια τα οποία έπαιζαν και το ρόλο του συκοφάντη, δηλαδή διέδιδαν ψευδείς φήμες για πολιτικούς αντιπάλους.
Πληροφορίες -Πηγές:
Liddell H.G. & Scott R. 2013 Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης. Εκδόσεις Πελεκάνος.
28/08/2019 https://dictionary.cambridge.org/
28/08/2019 https://sarantakos.wordpress.com/
Κείμενο: Χρήστος Ράμμος (Δασοπόνος)
Αναδημοσίευση κειμένου από το http://votaniki.gr/