Μπεκάτσα (Scolopax rusticola)
Η Μπεκάτσα είναι καλοβατικό πτηνό της οικογενείας των Σκολοπακιδών, που απαντάται και στον ελλαδικό χώρο. Πρόκειται για πτηνό με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που, σε συνδυασμό με τη δυσκολία εντοπισμού της στο φυσικό της περιβάλλον, έχουν δημιουργήσει ένα «θρύλο» γύρω από το όνομά της.
Ονοματολογία
Η ονομασία του γένους είναι ελληνική και παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον λόγω της ετυμολογίας και της χρήσης της από τα αρχαία χρόνια. Η αρχική ετυμολογία είναι: Σκολόπαξ (ο) (αρχαιοπρ.) {σκολόπ-ακος|-άκων} [ΕΤΥΜ < αρχ. σκολόπαξ, -ακος < σκόλοψ-, -οπος ≪πάσσαλος, παλού-κι≫, ή επίμηκες σώμα με οξύ άκρο (λόγω τού σχήματος που έχει το ράμφος της μπεκάτσας) + επίθημα -αξ, πρβ. και ασπάλ-αξ, δέλφαξ]. Δηλαδή, το πτηνό αναφέρεται ήδη από την αρχαία εποχή με το σημερινό επιστημονικό του όνομα, μάλιστα στον Αριστοτέλη υπάρχει η καταγραφή: «…ο μεν κόρυδος και ο σκολόπαξ και όρτυξ επί δένδρων ου καθίζουσιν, αλλ’ επί της γής…».
Η επιστημονική ονομασία του είδους, ωστόσο, είναι λατινική και πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Λινναίο, τo 1758. Προέρχεται από τις επίσης λατινικές λέξεις rusticus (=αγροτικός) και colere (=συχνάζω, διαβιώ), σημαίνει δηλαδή «εκείνος που ζει στους αγρούς, ο αγροδίαιτος».
Η αγγλική ονομασία του («woodcock»), παραπέμπει στο αγαπημένο ενδιαίτημα του πτηνού, τα δάση.
Η ελληνική λαϊκή ονομασία του πτηνού έχει ιταλικές ρίζες και, προέρχεται από την ομόηχη ιταλική λέξη beccaccia, η οποία με τη σειρά της από τη λέξη becco (=ράμφος) με επιτατική/μεγεθυντική σημασία, δηλαδή «αυτός που έχει μεγάλο ράμφος».
Στην Ελλάδα, η μπεκάτσα είναι χειμερινός επισκέπτης (Οκτώβριο έως Μάρτιο), καθώς και διαβατικό πτηνό κατά τη μετανάστευση.
Βιότοπος
Ένα γενικό στοιχείο για την επιλογή ενδιαιτήματος του πτηνού, αποτελεί η αφθονία και κατανομή της βασικής τροφής τους, των γαιοσκωλήκων, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (Johnsgard 1981).
Τροφή
Οι μπεκάτσες αναζητούν την τροφή τους σε μαλακό έδαφος, σε περίκλειστους χώρους, συνήθως πολύ καλά κρυμμένους από τον περίγυρο. Η βασική τροφή τους είναι οι γαιοσκώληκες, ιδίως κατά την περίοδο μη-αναπαραγωγής (del Hoyo et al. 1996), αλλά μπορούν να συμπεριλάβουν, επίσης, ενήλικα έντομα και τις προνύμφες τους (π.χ. σκαθάρια, ψαλίδες και σαρανταποδαρούσες), αράχνες, γυμνοσάλιαγκες και βδέλες (del Hoyo et al. 1996). Επίσης, φυτικό υλικό, όπως σπόροι, φρούτα, δημητριακά (π.χ. βρώμη και καλαμπόκι), ρίζες αγρωστωδών και φύλλα (del Hoyo et al. 1996). Μικρά δίθυρα μαλάκια γλυκού νερού και μαλακόστρακα συμπεριλαμβάνονται επίσης, ιδιαίτερα από πουλιά κατά τη μετανάστευση (Johnsgard 1981). Η σύνθεση της δίαιτας μπορεί να διαφέρει μεταξύ των δύο φύλων (del Hoyo et al. 1996).
Η αναζήτηση της τροφής, γίνεται για λόγους ασφαλείας, τις ώρες με λιγοστό φως και, συνήθως τη νύχτα κατά τη διάρκεια του χειμώνα (del Hoyo et al. 1996). Τον κύριο ρόλο στην αναζήτηση τροφής έχει το μακρύ ράμφος τους, το οποίο βυθίζουν σε κάθε βηματισμό, σχολαστικά στο μαλακό έδαφος, περίπου κατά το 1/3 του μήκους του. Οι εξαιρετικά ευαίσθητες νευρικές απολήξεις που βρίθουν στο άκρο του, ευαισθητοποιούνται από οποιαδήποτε διαταραχή στο υπέδαφος, ιδιαίτερα από τις μικροκινήσεις των γαιοσκωλήκων. Μόλις, η λεία γίνει αντιληπτή, το πουλί βυθίζει ολόκληρο πλέον το ράμφος στο έδαφος. Όταν το μέγεθος του θηράματος είναι μικρό, η λεία αναρροφάται, αλλά σε μεγαλύτερα θηράματα, το άνω μέρος (ρινοθήκη) λυγίζεται επιδέξια και η λεία συλλαμβάνεται και εξάγεται από το χώμα. Ωστόσο, επειδή οι μπεκάτσες βασίζονται στον συγκεκριμένο τρόπο αναζήτησης τροφής, είναι εξαιρετικά ευάλωτες κατά τη διάρκεια του χειμώνα, όταν το έδαφος είναι παγωμένο. Κατά την διάρκεια του ψυχρού βρετανικού χειμώνα του 1962-3, πεινασμένες μπεκάτσες βρέθηκαν να αναζητούν την τροφή τους σε αστικές περιοχές, γεγονός πρωτόγνωρο για τον εξαιρετικα κρυπτικό χαρακτήρα τους, ενώ ορισμένες από αυτές αναγκάστηκαν να φάνε την τροφή των μικρών ωδικών πτηνών στις ταΐστρες.
Ηθολογία
Η μπεκάτσα είναι είδος κρυπτικό (cryptic), έχει δηλαδή την έμφυτη τάση να κινείται πολύ προσεκτικά και, στον παραμικρό κίνδυνο να κρύβεται στην πυκνή βλάστηση, ή εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, να ακινητοποιείται άμεσα εκμεταλλευόμενη το πτέρωμα παραλλαγής που διαθέτει. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που κινείται κατά τη διάρκεια της ημέρας σε εδάφη παρόμοιου χρωματισμού με το πτέρωμά της. Όταν κάθεται ακίνητη στο έδαφος «μιμείται» το χρώμα του εδάφους και, είναι πρακτικά αδύνατον να την ξεχωρίσει κάποιος, ακόμη και αν περάσει από δίπλα της. Τέτοιες ικανότητες διαθέτουν ελάχιστα πτηνά, όπως λ.χ. το γιδοβύζι.
Κατάσταση πληθυσμού
Η μπεκάτσα, λόγω της κρυπτικής της φύσης και των μηχανισμών άμυνας που διαθέτει, έχει καταφέρει να διατηρεί τους πληθυσμούς της σε σταθερό επίπεδο. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που, η IUCN έχει χαρακτηρίσει το πτηνό ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC).
Συγκαταλέγεται στα θηρεύσιμα είδη.
Πληροφορίες, φωτογραφία:
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80%CE%B5%CE%BA%CE%AC%CF%84%CF%83%CE%B1 [12/12/2016]
Aρχικήφωτογραφία: http://www.ihunt.gr/%CE%BC%CF%80%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CF%84%CF%83%CE%B1-%CE%B7-%CE%BC%CE%BF%CE%B4%CE%B1%CF%84%CE%B7 [12/12/2016]