Δρακοντιά, φιδόχορτο (Dracunculus vulgaris)
Οικογένεια: Araceae
Η Δρακοντιά είναι ένα πολυετές φυτό που φτάνει σε ύψος, περίπου, το 1 m. Ο κύριος βλαστός του φυτού είναι κηλιδωτός, από το χρώμα και τα σχήματα του το φυτό συνδέθηκε από την αρχαιότητα με τα φίδια. Τα φύλλα του έχουν βαθυπράσινο χρώμα, συχνά με λευκά σημάδια, χωρισμένα βαθιά σε 10-15 γραμμοειδή, σχεδόν ισομήκη τμήματα (σαν ψαροκόκκαλο), με συχνά κυματοειδή χείλη. Η ταξιανθία αποτελείται από σπάδικα, ο οποίος περιβάλλεται από μεγάλο βράκτειο πρασινωπό φύλλο, που ονομάζεται σπάθη. Η σπάθη, είναι χαρακτηριστικό του φυτού σε σχήμα λογχοειδή, βελουδένια κοκκινωπή – βυσσινί στο χρώμα ενώ η εξωτερική της πλευρά είναι πράσινη, έχει μήκος 25-40 εκ. Το άνθος του φυτού έχει άσχημη οσμή η οποία προσελκύει έντομα που παγιδεύονται μέσα σ αυτό και το επικονιάζουν.
Οι καρποί του είναι κόκκινο -πορτοκαλί στο χρώμα, ράγες στο σχήμα και δηλητηριώδεις.
Το είδος είναι ενδημικό των Βαλκανίων και εξαπλώνεται μέχρι την χώρα μας. Μπορούμε να το συναντήσουμε σε χωράφια, στις άκρες αγροτικών δρόμων, σε χαντάκια και άλλες περιοχές αρκετά υγρές.
Χρήσεις
Θεωρείται φαρμακευτικό, αλλά και δηλητηριώδες φυτό. Ολόκληρο το φυτό παράγει ένα αιθέριο έλαιο που περιέχει, την αροίνη, η οποία είναι χημικώς ασταθής και δηλητηριώδης. Η ρίζα του ερεθίζει (δερματίτιδα) το δέρμα.
Η Δρακοντιά και η μυστικότητα του κάτω κόσμου
Μια σαρκοφάγος απο την ανατολική Κρήτη (νεότερης μινωικής εποχής, 1400 π.Χ. -βρίσκεται στο Μουσείο του Ηρακλείου) είναι διακοσμημένη με μοτίβο που πιθανόν είναι παρμένο από την δρακοντιά. Τα φυτά αυτά, με τα περίεργα λουλούδια και φύλλα, ήταν για τους αρχαίους συνδεδεμένα με τα φίδια που αντιπροσώπευαν την μυστικότητα του κάτω κόσμου. Το σκούρο κόκκινο λουλούδι, με την δυσάρεστη ορμή, μας εντυπωσιάζει πάντα σαν μια παράξενη εμφάνιση της φύσης.
Πληροφορίες -Πηγές:
Φυτά της Ελλάδας, η έρευνα στη Λέσβο. Βοτανική–Χρήσεις –Τοξικότητα, Μάκης &Βαγγέλης Αξιώτης, Ενδελέχεια ISBN978-960-7886-18-7, σελ: 650
ΈλμουντΜπάουμαν. 1993. Η Ελληνική Χλωρίδα στο μύθο, στην τέχνη στη λογοτεχνία. Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης. Σελ: 181
Φωτογραφίες: Φώτω Κόνσολα



